Η Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή και ο ρόλος της λογοθεραπείας

Άρθρο από τη Θεοδώρα Στρίκου MSc Λογοθεραπεύτρια

Παρόλο που η γλώσσα είναι ένα περίπλοκο σύστημα επικοινωνίας, τα περισσότερα από τα παιδιά μαθαίνουν να μιλούν με επιτυχία σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, ένα ποσοστό από αυτά αντιμετωπίζει περισσότερες ή λιγότερες σοβαρές δυσκολίες στην απόκτηση της γλώσσας. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν την άτυπη γλωσσική ανάπτυξη, από αισθητηριακά ελλείμματα, έως γενετικές ασθένειες τραύματα ανάπτυξης. Αυτό το άρθρο αναφέρεται σε παιδιά με Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή. Η Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή είναι μια επιλεκτική αναπτυξιακή διαταραχή, άγνωστης αιτιολογίας, η οποία χαρακτηρίζεται από αργή ανάπτυξη του λόγου, το γλωσσικό επίπεδο του παιδιού είναι σημαντικά χαμηλότερο από το μη λεκτικό νοητικό του επιπέδου. Η διαταραχή αυτή δε μπορεί να αποδοθεί σε ακουστικό έλλειμμα, σε χαμηλή μη λεκτική πρακτική νοημοσύνη, σε νευρολογική βλάβη, σε περιβαλλοντικούς παράγοντες, ή σε ψυχολογικά προβλήματα.

Σήμερα ο όρος Ειδική Γλωσσική Διαταραχή έχει αντικατασταθεί με τον όρο «Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή»(Developmental Language Disorder/DLD) ( Bishop, Snowling, Thompson, Greenhalgh, CATALISE-2 consortium, 2017).

Ο όρος «Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή» (developmental language disorder) χρησιμοποιείται στις περιπτώσεις όπου η γλωσσική διαταραχή δεν σχετίζεται με άλλη γνωστή βιοϊατρική κατάσταση όπως:

  • Εγκεφαλική βλάβη,
  • Επίκτητη επιληπτική αφασία στην παιδική ηλικία,
  • Ορισμένες νευροεκφυλιστικές διαταραχές,
  • Γενετικές διαταραχές όπως το σύνδρομο Down,
  • Εγκεφαλική παράλυση,
  • Νευροαισθητήρια απώλεια ακοής,
  • Διαταραχές αυτιστικού φάσματος,
  • Νοητική υστέρηση.

Mπορεί  όμως να συνυπάρχει με νευροαναπτυξιακές διαταραχές. (Bishop, Snowling, Thompson, Greenhalgh, CATALISE-2 consortium 2017).

Τα παιδιά με  ΑΓΔ εμφανίζουν δυσκολίες σε πολλές διαστάσεις του λόγου. Σε σχέση με τα τυπικά αναπτυσσόμενα παιδιά, τα παιδιά με ΑΓΔ παρουσιάζουν διαταραχές στη φωνολογία, τη λεκτική ροή, τη σύνταξη και το λεξιλόγιο. Παρουσιάζουν σημαντικά φωνολογικά ελλείμματα στην ομιλία τους, τα οποία δεν μπορούν να επεξηγηθούν με βάση μια ελλειμματική αρθρωτική ικανότητα μόνο. Εμφανίζουν, επίσης, ιδιαίτερες δυσκολίες σε συντακτικές μετρήσεις της αφήγησης σε σχέση με παιδιά τυπικής ανάπτυξης της ίδιας ηλικίας και περισσότερες διακοπές της ομιλίας πριν την παραγωγή φράσεων, οι οποίες σηματοδοτούν λεξιλογικά και συντακτικά ελλείμματα.

Οι σύγχρονες μελέτες και θεωρίες αναδεικνύουν ότι τα παιδιά που παρουσιάζουν ΑΓΔ έχουν περιορισμένο και μικρό λεξιλόγιο ενώ οι προτάσεις που χρησιμοποιούν στο λόγο είναι σύντομες και απλές. Πολύ συχνά έχουν δυσκολίες στο να ακολουθούν σύνθετες οδηγίες (Bishop, 2005).

Διάφορες μελέτες καταγράφουν τα χαρακτηριστικά των μαθητών με ΑΓΔ. Οι περισσότερες έρευνες διακρίνουν τις διαταραχές της ΑΓΔ σε: α) Διαταραχές στη γλωσσική ανάπτυξη (Marshall&VanderLely, 2006;  VanderLely, 2005). β) Διαταραχές στη φωνολογία (Chondrogiannietal, 2010·ContiRamsden, 2008). γ) Διαταραχές στη σύνταξη και τη μορφολογία (Katerietal, 2005 Stravrakaki, 2005). δ) Διαταραχές στη σημασιολογία (Norbury&Chiat, 2000). ε) Διαταραχές στη πραγματολογία (Spanoudis, 2007). στ) Συνήθως κάποια από τα παιδιά αντιμετωπίζουν και ψυχο-γλωσσικές διαταραχές ή άλλες γνωστικές διαταραχές (Henryetal. 2011). ζ) Τέλος τα παιδιά με ΑΓΔ αντιμετωπίζουν προβλήματα στη σχολική τους επίδοση.

Τα πρωτογενή προβλήματα χαρακτηρίζονται ως Αναπτυξιακή Γλωσσική Διαταραχή και είναι δύο ειδών κυρίως(Baird, 2013:45).

  • Δομικά προβλήματα (γνώση λεξιλογίου, σύνταξη, φωνολογία), τα οποία επηρεάζουν τόσο τους τομείς της κατανόησης όσο και της έκφρασης.
  • Πραγματολογικά προβλήματα και αφηρημένης κατανόησης, τα οποία εκδηλώνονται με δυσκολίες στην κοινωνική επικοινωνία και στην κατανόηση και παραγωγή της γλώσσας (Baird, 2013:45-46).

Γενικότερα η ΑΓΔ είναι η «καθυστερημένη κατάκτηση των γλωσσικών δεξιοτήτων» σε συνδυασμό με φυσιολογική λειτουργικότητα στον νοητικό τομέα, τον κοινωνικό-συναισθηματικό και τον ακουστικό. Ο ορισμός της περιέχει τις εναπομείνασες περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει γλωσσική διαταραχή αλλά δεν μπορεί να αποδοθεί επακριβώς σε παράγοντες που μειώνουν την πρόσβαση του παιδιού σε γλωσσικές πληροφορίες ή περιορίζουν τις απαραίτητες ικανότητές του παιδιού για την κατάκτηση της γλώσσας. Σύμφωνα με τη Bishop (1992), η ΑΓΔ θεωρείται ως μια «καθαρή» μορφή αναπτυξιακής γλωσσικής διαταραχής, στην οποία έχει επηρεαστεί μόνο η γλώσσα.

Έγκαιρη διάγνωση και παρέμβαση

Για την κατάλληλη παραπομπή και την κλινική αξιολόγηση των παιδιών που εμφανίζουν προβλήματα ομιλίας και γλώσσας, οφείλουν να συνεργάζονται επαγγελματίες, από διαφορετικά επιστημονικά πεδία. Για να μπορεί να πραγματοποιηθεί ένας αξιόπιστος ανιχνευτικός έλεγχος, καταρχάς θα πρέπει να υπάρχουν ευαίσθητα ψυχομετρικά εργαλεία, τα οποία θα είναι κατάλληλα να εντοπίσουν τα παιδιά με γλωσσικές δυσκολίες και δεύτερον να διατίθεται αποτελεσματική παρέμβαση για αυτά που τη χρειάζονται. Όταν το παιδί παρουσιάζει δυσκολίες που περιορίζονται στον τομέα της ομιλίας και της γλώσσας, συνήθως, η παρέμβαση γίνεται από το λογοθεραπευτή

Η λογοθεραπευτική παρέμβαση στα παιδιά με ΑΓΔ  πρέπει να είναι έγκαιρη για να είναι αποτελεσματική. Γενικότερα η θεραπευτική μέθοδος βασίζεται τόσο στην ανάγκη αντιμετώπισης των προβλημάτων στην έκφραση, και στην κατανόηση όσο και στην ανάγκη ψυχολογικής στήριξης του παιδιού (Λιβανίου, 2004). Σύμφωνα με την Ελμίρα Μεχραλίβα (2012), η λογοθεραπευτική παρέμβαση επικεντρώνεται στους τομείς:

  • αντίληψη λόγου (κατανόηση λέξεων, προτάσεων, ιστοριών)
  • εμπλουτισμός του λεξιλογίου (εκμάθηση καινούριων εννοιών)
  • αποκατάσταση των αρθρωτικών και των φωνολογικών δυσκολιών (σωστή προφορά των φωνημάτων σε λέξεις, φράσεις και στον αυθόρμητο λόγο)
  • οργάνωση του εκφραστικού λόγου (ανάπτυξη της σύνταξης, εκμάθηση και χρήση των γραμματικών κανόνων)
  • ανάπτυξη περιγραφικής και αφηγηματικής ικανότητας (περιγραφή προσώπων, καταστάσεων, εικόνων, αφήγηση ιστορίας)
  • ενίσχυση πραγματολογίας (καλή βλεμματική επαφή, κανονική εναλλαγή στη σειρά κατά τη συζήτηση, συνέχιση ομιλίας πάνω στο θέμα).

Η συνεργασία με την οικογένεια του παιδιού, καθώς και με το σχολείο παίζει σημαντικό ρόλο στην πορεία της θεραπείας. Ο ανώτερος στόχος της θεραπείας είναι να μεταφερθεί η στοχευόμενη συμπεριφορά στο καθημερινό επικοινωνιακό περιβάλλον του παιδιού. Έτσι, θα πρέπει να υπάρχει καλή συνεργασία με τους γονείς και τους δασκάλους του παιδιού, για να ενισχυθεί η νέα του επικοινωνιακή συμπεριφορά στο σπίτι και σε άλλα περιβάλλοντα. Μια θεραπεία την οποία στηρίζουν και κατανοούν γονείς και δάσκαλοι και στην οποία συμμετέχουν είναι μια θεραπεία που έχει επιτύχει.

Η λογοθεραπεία επιδρά θετικά σε πολλούς από τους παράγοντες στη ζωή ενός παιδιού με ΑΓΔ. Η επικοινωνία τους γίνεται πιο αποτελεσματική με συνέπεια την πιο ομαλή και ανώδυνη κοινωνικοποίησή τους. Οι σχέσεις τους με τους συνομήλικους τους αλλά και με τους ενήλικες είναι καλύτερες, το παιχνίδι τους γίνεται πιο ήρεμο και δημιουργικό, και έχουν μεγαλύτερη αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση.